- – Έλληνας Κροίσος με λίμνη, 6 γράμματα;
– Εφραίμ… - Ρωτάει η δασκάλα:
– Που βρίσκεται ο θεός;
– Στην τουαλέτα του σπιτιού μου, πετάγεται ο Τοτός.
– Καλά πως σου ήρθε αυτό;
– Να, κάθε πρωί ο πατέρας στέκεται έξω από την τουαλέτα και φωνάζει: «Θεέ μου!! Ακόμα μέσα είσαι; - Ο Θεός καλεί πολλούς στην βασιλεία του, αλλά λίγοι είναι αυτοί που πηγαίνουν. Τί δείχνει αυτό;
– Ο Θεός δεν κάνει ωραία πάρτι! - Ήταν ένας παπάς και πνίγονταν στην θάλασσα και περνάει ένα καράβι:
– Παπά, έλα, πιάσε το σωσίβιο να σωθείς.
– Όχι, τέκνον μου, δεν χρειάζεται, εμένα θα με σώσει ο Θεός, λέει ο παπάς.
Περνάει άλλο καράβι:
– Έλα, παπά, να σε σώσουμε! Θα πνιγείς!
– Όχι, τέκνον μου, δεν χρειάζεται, εμένα θα με σώσει ο Θεός, λέει πάλι ο παπάς.
Περνάει τρίτο καράβι:
– Παπά, έλα να σε σώσουμε!
– Όχι, τέκνον μου, δεν χρειάζεται, εμένα θα με σώσει ο Θεός, λέει ξανά ο παπάς.
Με αυτά και με αυτά ο παπάς πνίγεται, πάει στον παράδεισο και λέει στον Θεό:
– Περίμενα να με σώσεις, και εσύ τίποτα!
– Ρε μαλάκα, τρία καράβια σου έστειλα να σε σώσουνε, και εσύ με έγραψες! - Ένας παπάς κι ένας καλόγερος στέκονται στην άκρη του δρόμου κρατώντας ένα πανό που γράφει: «Το τέλος είναι κοντά. Αλλάξτε δρόμο πριν να είναι πολύ αργά!»
Περνάει το πρώτο αυτοκίνητο κι ο οδηγός του βγάζει το κεφάλι έξω απ το παράθυρο και φωνάζει:
– Δεν τραβάτε σπίτια σας, μουρλοπαπάδες!! και πατάει γκάζι.
Δεν περνάνε 5 δευτερόλεπτα και ακούγεται φρενάρισμα και στο τέλος ένα τρομερό τρακάρισμα, οπότε γυρίζει ο παπάς στον καλόγερο και λέει:
– Ρε συ, μήπως θα έπρεπε να γράψουμε καλύτερα: «Προσοχή, πεσμένη γέφυρα»; - Ρωτάει κάποιος έναν παπά:
– Τι πρέπει να κάνω για να πάω στον παράδεισο;
– Εγώ τέκνον μου, λέει ο παπάς, παπάς είμαι… Όχι ταξιδιωτικός πράκτορας…. - Η αδελφή Βερόνικα, νέα σε μοναστήρι Καθολικών, παίρνει όρκο σιωπής και όντως περνούν 5 χρόνια χωρίς να βγάλει λέξη από το στόμα της.
Η ηγουμένη τότε τη φωνάζει και της λέει:
– Αδελφή, μπορείς να μιλήσεις αλλά μέχρι δύο λέξεις.
– Σκληρό κρεβάτι, λέει αμέσως η αδελφή και πέφτει πάλι στη σιωπή της.
– Συγχώρεσέ μας αδελφή, της λέει η ηγουμένη. Θα το φροντίσουμε αμέσως! και όντως φροντίζει να αλλαχτεί το κρεβάτι με ένα μαλακότερο.
Κυλάει ο χρόνος, περνούν άλλα 5 χρόνια χωρίς λέξη από την αδελφή όταν την καλεί και πάλι η ηγουμένη.
– Αδελφή, μπορείς να μιλήσεις αλλά μέχρι δύο λέξεις, της λέει πάλι και εκείνη απαντά:
– Κρύο φαγητό.
Αφού ζητάει και πάλι συγνώμη η ηγουμένη, της υπόσχεται ότι θα φροντίζουν να ζεσταίνουν το φαγητό της στο μέλλον.
5 χρόνια αργότερα, το ίδιο σκηνικό, ζητείται από την αδελφή να πει δυο λέξεις και εκείνη απαντά:
– Παραιτούμαι αύριο.
Η ηγουμένη της λέει τότε:
– Δέχομαι ευχαρίστως την παραίτησή σου. Από τότε που ήρθες, όλο παράπονα είσαι. - Η μοιρασιά του παγκαριού
Ήταν ένας καθολικός παπάς, ένας μουσουλμάνος, ένας Εβραίος και ένας Έλληνας.
Λέει ο μουσουλμάνος:
– Εμείς κάνουμε ένα κύκλο, πετάμε τα λεφτά, και όσα πάνε μέσα στον κύκλο τα παίρνει η εκκλησία , τα υπόλοιπα εμείς.
Λέει ο καθολικός:
– Εμείς όταν μετράμε τα λεφτά από το παγκάρι, κάνουμε μια γραμμή, πετάμε τα λεφτά στον αέρα, και όσα πέσουν δεξιά τα παίρνει η εκκλησία και όσα πέσουν αριστερά τα παίρνουμε εμείς.
Λέει ο Εβραίος:
– Εμείς κάνουμε μία γραμμή στο πάτωμα, πετάμε τα λεφτά, και όσα πέσουν πάνω στην γραμμή τα παίρνει η εκκλησία, τα υπόλοιπα εμείς.
Βγαίνει και ο Έλληνας και λέει:
– Και εμείς κάνουμε μία γραμμή στο πάτωμα. Μετά πετάμε τα λεφτά ψηλά, και όσα πάνε στον Θεό τα παίρνει, τα υπόλοιπα εμείς… - Ένας παπάς κι ένας ραβίνος, καλά φιλαράκια, πάντα διαφωνούσαν ποιανού θρησκεία έχει δίκιο.
Μια μέρα καθώς οδηγούσανε, τους βγαίνει μπροστά ένας μεθυσμένος, στην ταραχή τους ντεραπάρουνε και το αμάξι βρίσκεται με τις ρόδες στον αέρα.
Βγαίνουνε και οι δύο, κατατρομαγμένοι, σερνάμενοι, χωρίς τραύματα.
Ο παπάς κάνει το σταυρό του και παρατηρεί ότι και ο ραβίνος κάνει το ίδιο.
– Δόξα τω Θεώ, είδες το φως σου! Λέει ο παπάς.
– Τι;;;
– Έκανες τον σταυρό σου!! Μπράβο!
– Έκανα τον σταυρό μου; Όχι βέβαια, απλώς τσέκαρα αν όλα είναι στην θέση τους… Τα γυαλιά, τα αρχίδια, το πορτοφόλι και το ρολόι… - Μια εναλλακτική άποψη για το πώς ο Θεός διάλεξε τους Εβραίους για να δώσει τις εντολές στον κόσμο.
Πρώτα πλησίασε τους Ιταλούς:
– Τι εντολές προσφέρεις;
– Ου φονεύσεις.
– Σκούζι αλλά δεν ενδιαφερόμαστε.
Μετά πλησιάζει τους Έλληνες:
– Τι εντολές προσφέρεις;
– Ου κλέψεις.
– Συγγνώμη αλλά δεν θα πάρουμε.
Μετά πλησιάζει τους Γάλλους:
– Τι εντολές προσφέρεις;
– Ου θελήσεις τη γυναίκα του γείτονά σου.
– Merci αλλά δεν θα πάρουμε.
Πλησιάζει τέλος τους Εβραίους:
– Πόσο κάνουν;
– Μα, είναι δωρεάν.
– Πιάσε δέκα.