Ο Χρήστος, ένας 35άρης εργένης που μένει μόνος του σε διαμέρισμα πολυκατοικίας, λίγες μέρες μετά τη γιορτή του δέχεται ένα μεγάλο κουτί ως δώρο από έναν άγνωστο αποστολέα.
Το ανοίγει και βλέπει ότι μέσα στο κουτί ήταν ένας παπαγάλος.
«Ωραία», σκέφτεται, «ένα πανέμορφο πουλί για συντροφιά είναι ό,τι πρέπει».
-Μιλάς καθόλου; ρωτάει χαμογελαστός τον παπαγάλο.
-Τι λε ρε καραγκιόζη; -του λέει ο παπαγάλος- εγώ αν μιλάω ή εσύ ρε μπούφο που δεν μπορείς να ολοκληρώσεις ένα νόημα, ρε βλήμα, ρε έτσι., ρε αλλιώς.. κ.λπ. ένα υβρεολόγιο απίστευτο, σα ναύτης στο λιμάνι.
Ο Χρήστος τα έχασε.
-Σε παρακαλώ, λέει στον παπαγάλο, σταμάτα μας ακούει η γειτονιά.
-Σε πειράζει η γειτονιά, ρε κακομοίρη -φωνάζει ο παπαγάλος- και δεν σε πειράζει που δεν μπορείς να ξεκολλήσεις από τον καναπέ, παράσιτο, καμένε, ρε έτσι, ρε αλλιώς και πάλι ένα ακατάσχετο υβρεολόγιο με όλο και μεγαλύτερη ένταση φωνής.
Ο Χρήστος δεν ήξερε τι να κάνει. Προσπαθούσε να σταματήσει τον παπαγάλο αλλά εκείνος τον έβριζε φωνάζοντας όλο και περισσότερο.
Στην απόγνωση του ανοίγει το πορτάκι και σπρώχνει τον παπαγάλο στην κατάψυξη του ψυγείου.
Ο παπαγάλος και μέσα από την κατάψυξη συνέχιζε να βρίζει.
Ξαφνικά μετά από 3 λεπτά ο παπαγάλος σταμάτησε και απλώθηκε σιωπή.
Ο Χρήστος ανακουφίστηκε στην αρχή αλλά αμέσως σκέφτηκε:
«Ρε συ το σκότωσα το πουλί! Εντάξει βρίζει αλλά όχι και να το σκοτώσω. Κρίμα είναι. Θα μπορούσα να το επιστρέψω σε ένα pet shop».
Ανοίγει αμέσως την κατάψυξη και βλέπει τον παπαγάλο με σοβαρό ύφος να λέει ψιλοτρέμοντας:
«Λυπάμαι για την επιθετική συμπεριφορά μου και ζητώ συγγνώμη γι αυτή. Ομολογώ ότι παρεκτράπηκα και δηλώνω ότι θα κάνω προσπάθεια να διορθωθώ στο μέλλον».
Ο Χρήστος έμεινε άναυδος για μια στιγμή. Πριν προλάβει να ρωτήσει τι συνέβη ο παπαγάλος ρώτησε:
«Σας παρακαλώ κύριε, πείτε μου τώρα, τι σας είχε κάνει το κοτόπουλο;».