Σκηνικό: Γολγοθάς, 33μχ.
Τρεις σταυροί ρίχνουν τις μακριές σκιές τους στην πλαγιά, ενώ ο ήλιος δύει στο βάθος και δίνει ένα βαθύ πορτοκαλί χρώμα στον ορίζοντα. Στο μεσαίο από τους σταυρούς, ο Χριστός, με κουρασμένο βλέμμα, λέει στον ληστή που βρίσκεται στα αριστερά του:
– Ε, εσύ.
– Τι διάολο θες;
– Αν καταφέρεις και γύρεις λίγο προς τη μεριά μου θα κληρονομήσεις τη βασιλεία των ουρανών.
Ο ληστής το σκέφτεται, του φαίνεται συμφέρουσα η συμφωνία, λίγο ζόρι για τη βασιλεία των ουρανών. Κουνιέται λίγο, κάνει λίγο αμπαλαέα, γκκκκνννν, ζορίζεται λίγο προς τα δεξιά, τελικά καταφέρνει να δώσει στο σταυρό μια μικρή κλίση δεκαπέντε μοιρών.
Ο Μεσσίας γυρνάει το κεφάλι από την άλλη πλευρά. Με βλέμμα βαρύ από την ταλαιπωρία, λέει στον άλλο ληστή:
– Μάστορα.
– Πες το μεγάλε.
– Αν καταφέρεις και πλησιάσεις λίγο προς εμένα το σταυρό σου, έχεις μια εγγυημένη θέση στη βασιλεία των ουρανών.
Ο ληστής το σκέφτεται. Δεν έχει τίποτα να χάσει, τέτοια ώρα τέτοια λόγια, θα είναι νεκρός σε λίγο έτσι κι αλλιώς, ας του κάνει τη χάρη. Κουνάει το σταυρό πέρα δώθε, τραβιέται προς τα αριστερά, δίνει και αυτός στον σταυρό του μια μικρή κλίση περίπου δεκάξι μοιρών.
Ο Χριστός, γυρνάει τώρα στον Πέτρο, που παρακολουθούσε την όλη φάση, και με την εξουθένωση φανερά διαγραμμένη στα χαρακτηριστικά του, του λέει:
– Για δες, ρε Πετρή. Τώρα μας παίρνει;
Συνεχίζεται…