Ο Νίκος μας έστειλε ένα email με τα συνώνυμα της λέξης «πούστης» . Βασικά δεν περίμενα να είναι τόσα πολλά μέχρι που έκατσα να γράψω αυτό το ανέκδοτο ….
Διαβάστε λοιπόν πως μπορείτε να πείτε κάποιον πούστη διαφορετικά χωρίς να χάσει το νόημα 😛
- πούστης
- πουστρόνι
- πουσταράς
- πουστάρα
- πουστράκος
- γερόπουστας
- σκατόπουστας
- παλιόπουστας
- πουστόγερος
- ομοφυλόφιλος
- ομορφυλόφιλος
- αμφιφυλόφιλος
- μπάι
- γκέι
- τοιούτος
- τοιουτιέν
- του σωματείου
- της συνομοταξίας
- αποκλίνων
- ανώμαλος
- ανωμαλιάρης
- ανωμαλάρας
- ντιγκιντάγκας, ο
- ντιντής
- πισωγλέντης
- κολομπαράς
- γιουσουφάκι
- πεοθηλαστής
- παρτόλας
- τρανσέξουαλ
- τράντζα
- τραβεστί
- μετροσέξουαλ
- μετρό
- τρανς
- εγχειρισμένος
- παρενδυσιακός
- Συβαρίτης
- αρσενοκοίτης
- μαλακός
- κεκινημένος
- κίναιδος
- κιναιδουάρδος
- σοδομιστής
- σοδομίτης
- pédé
- παιδεραστής
- οπισθογαμικός
- πλατωνικός/ πλατωνιστής
- ευαίσθητος / ευαισθητούλης
- με ιδιαιτερότητες
- γαμιόλης
- φαγκότο
- φαγκοτίνος
- fag
- τρίτο φύλο
- τρίτο στεφάνι
- τρίτο πρόγραμμα
- ανδρόγυνος
- ερμαφρόδιτος
- θηλυπρεπής
- γυναικωτός
- φλώρος
- χλεχλές
- λελές
- φλωράτσα
- σουσέλ
- πιπίλας
- Ασλάνης
- πουσταριό
- πούστρα
- πούσταρος
- ξεκωλιάρης / ξεκωλιασμένος
- ευρύπρωκτος
- κωλόφαρδος
- ξεφωνημένη/-ος
- θηλύγλωττος
- τελειωμένος /-η
- gay over
- πουστανελάς
- πουσταρέλι
- πούσταρχος
- πουστέρι
- πούστης κινέζος
- πουστιέρα
- πουστοκαλαμαράς
- πουστρίτσα
- πουστωδία
- αγριόπουστας
- ψωλαρπάχτρας
- μπακλαβάς/ back-love-ass
- δηλωμένη
- κραγμένος/-η
- μποτομιέρα
- βερς
- αδελφή του ελέους
- brokeback/ brokeback mountain
- bareback
- queen
- βασίλισσα
- raging queen
- queer
- back-feaster
- φτερού
- λουλού
- αδερφή
- αδερφάρα
- κακή αδερφή
- κακός πούστης
- στρίγκλα
- αδερφή νοσοκόμα
- κουνιστός
- κουνίστρα/ω
- κουδουνίστρα
- κούκλα
- λούγκρα/ς
- Λουγκρητία
- φλωρούμπας
- συκιά/συκή
- χαϊδοκώλης
- μπινές
- μπινεδιάρης
- φτωχομπινές
- αλλαξοκώλης
- poutsless
- γαμόπουστας
- γαμιολόπουστας
- λιχνομέσης
- πισωγλεντζές
- πισωκίνητος
- πισωγιομίδης
- παππούστης
- πουστρίγκος
- τσαπερδονοκωλοσφυρίχτρας
- κωλοσφυρίχτρας
- πιπεροτρίφτης
- φούστης
- καταπυγών
- φούστα-μπλούζα
- νάιλον
- Μαρίνος
- γκαρσονιέρα, garconniere
- τσαχπινογαργαλόπουστα
- τσαχπινογαργαλιάρης
- Συκαρία
- πουστάρδα
- αδελφίνι
- Πουστώ
- τραβέλι
- πους τις
- Οιδίπους τις
- καριολόπουστα(ς)
- βρωμόπουστα(ς)
- κωλομπαράς
- παιδέρας
- εναλλασσόμενος
- εναλλακτικός
- ο πους της καθέτου
- φιρουλί φιρουλό
- σφυριχτρούλα/ης
- Μπομπ Σφουγγαράκης
- Αχιλλέας από Κάιρο
- τσιμπούκια ο τίγρης
- πίπες με δόσεις ο Θεοδόσης
- πισωκέντης
- γκέιλορντ
- απεόφοβος
- gay pride
- gay parade
- κουνάμενος λυγάμενος
- κουνάμενος σουρνάμενος
- πούδρα/ φούστα μπλούζα κι ελαφριά πούδρα
- φιρφιρής
- τσιχλιμπίχλης
- γκλεγκλές
- άλλη ομάδα
- καμπανόκωλος
- ντούρντουλο
- φολκσβάγκεν κλούβα
- γκέο βαγκέο
- γαμιολία
- νεράιδος
- Χάρρυ Πρώκτερ
- φτωχομπινεδιάρης
- πανηγυρικός γκέι
- γκέι για τα πανηγύρια
- stray/ στρέι
- αγορίτσι
- σκατίπουστα
- ύποπτος
- γαβαλάκης, ο
- φλωρόπουστας
- πίπες, τσιμπούκια, γαμήσια, ο Ανάργυρος
- πεολειχούδης
- τσιμπουκομικρούλης
- ΛΟΑΤ
- εμ σαμπού εμ κοντισιονέρ
- Φουστάνος
- Tom Pousti
- μητροσεξουαλικός
- πεολιχούδης
- πεοχειλουδάκη
- πεοχειλουδάκι
- Χειλουδάκη
- κοπέλα τελειωμένη
- πουστρόνιο
- φρόιλάιν
- κρυφόπουστας
- ο-γκέι
- αρσακειάδα
- (οπαδός του) vivere periκωλοsamente
- πουστέρω
- πουστερίας
- χαλαρή σούστα
- σκυλόπουστας
- αρχιδόπουστας
- αδελφάτο
- ετερόπουστας
- ζαρκαδόπουστα
- θρασύπουστας
- καβατζόπουστας
- λουμπίνα
- πουστόνεο
- αραχνοΰφαντος
- στάκι
- τσιγκανόπουστας
- καραπουσταριό
- τομπαίρνουλας
- βε
- πούσταπς
- μπινταράς
- κουρτσουμπανάς
- Αναΐς από το Παναής
- καταπιόλης
- κωλόμπα
- κωλόμπο(ς)
- cowgay/ καουγκέης
- ναζιάρης
- γκεϊστάπο
- σπερμοδιψής
- σουσούμης
- πεσίχαρος
- πασιχαρής
- γκεϊμπέκης
- πουστόμωρο
- τιτίκα
- πετούγια
- καψοκώλης
- γκεϊλλιτέχνης
- αδερφρίκη
- εισπρώκτωρ
- πουστοστρατός
- κακσάκας
- cocksucker
- κακσάκαρας
- σύντεκνος
- ενεργοπαθητικός
- τοπ
- μπότομ
- ντιγκέι, ο
- ντιγκιντάγκαρ
- τζέη
- e-gay
- πρωκτικάντζα
- κωλοβρέχτης
- πουτσογλέντης
- πουστηρέλα
- γερομπινές
- (Μαρσέλ) προύστης
- λούλα
- γκέουλας
- [αποσιστωμένη]
- Ροζαλία
- asinus asinum fricat
- οπισθογεμής
- Γκέιμπελς
- κουνιοτράμπαλη
- γκότσης
- ξεσκισμένη
- φούλα
- κυρία
- αδερφούλα
- ρουμπινές
- αρφή
- σκαραβαίος
- πούστης με αρχίδια
- οσκαρόπουστας
- πουσταλαζών
- ψωλοπερήφανος
- πουστροζιγκόλι
- πασπαρτού
- λυσσάρα
- αγριογκέι
- πεταχτούλης
- πισωκούντης
- πισωσκούντης
- του συλλόγου
- τσιριμπίμ τσιριμπόμ
- double-energy man
- κωλοτούρης
- πασαγαμιόλης
- αβροβάτης
- αβροβόστρυχος
- εδρόστροφος
- πυγιστής
- λαικαστής
- λαϊστέρα
- πούστης από κούνια
- παλιαδερφή
- γλυκούλης
- αβρός
- αβρότροπος
- αβρόφρων
- λεκανατζής
- ντήζελ
- Ριρής
- κωλόμπος
- τριλειρόπουστας
- τριλειρογκέι
- πουστοπατέρας
- πουστοκοτέτσι
- αρχιπαλιόπουστας
- ποστόπι, ποστόπα, post-op
- φλωρόκουπας
- πριόπι, pre-op
- εγκλωβισμένος
- παλαιόπουστας
- τρύπιος
- τρυπαντωνάκης
- τρυπημένος
- άθλιον πουστί
- πούστρινγκ
- γιαουρτομούνα
- C.D., cross-dresser
- drag queen
- she-male
- homo
- ροζ τρίγωνο
- ουράνιο τόξο
- sub
- κωλόμουνο
- φικιρίκης
- βιγκολεβίγκος
- ίριδα
- σκατόφλωρος
- πουτσογλείφτης
- γλεντζές
- γλέντης
- σπερμοσταγής
- σπερμοβόρος
- σερνικοθήλυκος
- ντεμί
- κεχαριτωμένος
- κουκλεντές
- πουσταρίκος
- γκεόσταλτος
- bear / αρκούδος
- πατόφλωρος
- πατ ντε φλερ
- καράπουστα
- βαρβατόπουστας
- πουστώνιο
- εξάτμιση
- χαριτοδιπλωμένος
- ρήτωρ Φελλάτιος
- στράκι
- α πουστεριόρι
- σκατίφλωρος
- αντιπαθητικόπουστας
- ευφράπουστ
- Τζουζέπε Λουγκρατόρε
- Ουρανία
- πούσθης
- οπισθιοδρομικός
- φιρφιρίκουλας
- προϊσταμένη, η
- νεραϊδιάρης
- σαπουνομαζώχτρα
- σκύφτης
- φίρμα την ημέρα, τη νύχτα καμαριέρα
- Φιφή, η
- ντίγκης
- πεταλούδα/ πεταλουδίτσα/ πεταλούδα της νύχτας
- αρσενοκνίτης
- σουβλίτσα
- Λωξάντρα
- Ρούλης
- θείος Μπέρνι
- καμούφλω
- εμμανουέλος
- περάστε κόσμε
- αστράφικ/ asstraffic
- πεοπαίρνουλας
- πισωκούμπουρος
- κουνενές
- λουκία
- κωλοφύρης
- πισωλούρης
- δεντρογαλιά
- λεβεντόκωλος
- αμαζόνος
- ευκώλος
- τσαγιέρα
- τετραγωνική ρίζα
- ερμής
- γαμημένος μαλάκας
- πουστομαλάκας, μαλακόπουστας
- λιγδοκώλης
- κρέμα καραμελέ
- τέτοιος
- μπαμιάκιας
- Νάμουνα Μουνάκι
- ρετροσέξουαλ/ ρετρό
- butty boy
- μπάντζι
- γκέινγκστερ
- κάστρο κλόουν
- κοτοπουλάκι
- τσαμπ
- κυνηγός μυγών
- οιηματοιούτος
- θελγεσίπυγος
- θελγεσίτρυπος
- μοδίστρα
- καστράτος
- Συγγρουφίξ
- ομοσκυλόσκυλος
- AC/DC
- μπάι μπάι ντάρλινγκ
- αμφίβιος
- παντός καιρού
- Freddie Mercury
- οδοντόπουστα
- αρκούρδος
- αρκουδίτσα
- αρκουδοπεταλούδα
- φουσκωτόπουστας
- φλωρεντία
- πάστα φλώρα
- στηπού
- ξεφτιλομπατιρόπουστας
- πουστοσέξουαλ
- λόμπας
- λο
- λομπίσκος
- μπισκότο
- πετσοπάς
- τσολιάς στα υποβρύχια
- πισωκολλητός
- τρωκτικάντζας
- μυοπνίχτης /-χτρα
- μπισκοτοτεκνό
- παιδοτρίβης
- κιοτσέκι
- γκρέτα
- λουγκρέτα
- λουγκρέσκω
- λουκρητία
- καλιαρντός
- μελανζέ
- φιλέλληνας
- γκέισα
- ταραντέλα
- Ιβ Σεν Φλωράν
- μπάιρον
- downtown
- ντιστεγκές
- γκέτσης
- πουστόμαγκας
- πουστριλέ
- πουστρελέ
- πουστλέ
- λαχταροψώλης
- αλητόπουστας
- ανέμη
- ανεμόμυλος
- πισωβρόντης
- γλειψαρχίδας
- σερβιτόρος
- πρωκτοπενταετηρίς
- αβροείμας
- αβροκόμας
- αβρόπους
- αΐτας / αΐτης
- ανδροβάτης
- ανδροθήλυς
- ανδροκοίτης
- ανδροκόμος
- ανδρολάγνος
- ανδρομανής
- ανδροπόρνος
- αρρητοποιός
- αρρητουργός
- αρρενομίκτης
- αρρενοφθόρος
- βάτταλος
- γλούτης
- γονοπότης
- γυναικανήρ
- γυναικίας
- γυναικόμιμος
- γυναικόφωνος
- γυναικοφυής
- γύνανδρος
- γύννις
- εθελόπορνος
- ημίγυνος
- ημιθήλυς
- θηλάρσην
- θηλυδρίας
- θηλυμίτρης
- θηλύστολος
- θρυπτικός
- κατάπρωκτος
- καταπυγόσυνος
- κέλωρ
- κίναδος
- κινησίας
- κοπραγωγός
- χαλκιδεύς
- λακαταπυγών
- λάστρις
- λάσταυρος
- μαλακίας
- μαλακίων
- οπισθοβάτης
- οπισθοβατικός
- παθικός
- παιδίσκος
- παιδοκόραξ
- παιδομανής
- παιδοπίπης
- παιδοφιλής
- παιδοφθόρος
- παρατετλιμένος
- πρωκτόσοφος
- πυγαίος
- πυγαλγής
- τσαγερό
- πυγοστόλος
- σαυκρόπους
- σαύλος
- σίφνιος / σιφνιαστής
- σφίγκτης
- φίληβος
- φιλομείραξ
- φοινικιστής
- σουρλουλού
- γυναίκα σκέτη
- τελειωμένη μέχρι το στρίφωμα
- πουρολουμπίνα
- κορακοβλαστήμω
- ξεκωλιάρα πριγκήπισσα
- κλασόπουστας
- αδελφή ψυχή
- βιρτζινόλουμπα
- ταραφόλουμπα / γκραν ταραφόλουμπα
- λουμπινίστρα
- καραλούμπω
- ετρούσκα
- κροτάλω
- τζαζκαραμπαζού
- μούσμουλο
- φραγκολουμπίνα
- πούιστς
- ματζιρόπουστας
- αμφιλοχίας
- αμφιλόχιος
- αμφίλοχος
- παούστης
- χωνί
- τσιγκολελέτα
- γουρούνα
- σαλιγκαρόπουστας
- οπισθοχαρής
- λούσυ
- τρίπουστας
- ωμοσέξουαλ
- δαντέλα
- θυμιατό
- κωλοκουνίστρα
- τζίρτζιφλος
- λιβανιστήρι
- βουλγάρικο θυμιατήρι
- δίευρος