Πηγαίνει ένας κύριος στο μπαρ μαζί με μία στρουθοκάμηλο.
Πίνουν δύο μπύρες και ζητά τον λογαριασμό.
– 10,92 ευρώ, λέει ο μπάρμαν.
Βγάζει ο τύπος το πορτοφόλι του, που είχε ακριβώς 10,92ευρώ, πληρώνει και φεύγουν.
Την επόμενη πηγαίνει πάλι ο κύριος στο μπαρ με την στρουθοκάμηλο. Πίνουν δύο ουίσκι και ζητά τον λογαριασμό.
– 12,47ευρώ, λέει ο μπάρμαν.
Βγάζει ο τύπος το πορτοφόλι του, που είχε ακριβώς 12,47ευρώ, πληρώνει και φεύγουν.
Αυτό συνεχίστηκε για πολλές μέρες.
Ο κύριος κράταγε ακριβώς τα χρήματα που έκαναν τα ποτά, ότι και να παράγγελναν.
Μια μέρα δεν άντεξε ο μπάρμαν και τον ρωτάει:
– Πως γίνεται να έχεις κάθε φορά ακριβώς το ποσό που σου ζητάω;
– Α, λέει ο κύριος, μία μέρα καθάριζα την σοφίτα μου, βρήκα ένα λυχνάρι, το έτριψα και εμφανίστηκε ένα τζίνι που μου είπε να κάνω δύο ευχές. Η πρώτη ήταν να έχω πάντα στην τσέπη μου όσα χρήματα χρειάζομαι.
– Καλά, λέει ο μπάρμαν, και την στρουθοκάμηλο γιατί την κουβαλάς μαζί;
– Η δεύτερη ευχή μου ήταν να έχω πάντα δίπλα μου ένα θηλυκό με μακριά πόδια…