Στην Αγγλία ,κατά την διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου , η εύρεση τροφής ήταν πάρα πολύ δύσκολη.
Μια κοπέλα , που είχε χάσει τον αρραβωνιασττικό της στον πόλεμο , πήρε μια πρόσκληση απο την αμερικάνικη Πρεσβεία.
Εκεί , μετά τη σεμνή δεξίωση , στην οποία τής δόθηκε το μετάλλιο ανδρείας του νεκρού αρραβωνιαστικού της , ακολούθησε τσάι και υπήρχαν σε αφθονία μπισκότα βουτύρου και κύβοι ζάχαρης.
Η κοπέλα γοητεύτηκε από τους κύβους και κάποια στιγμή , που κανένας δεν την έβλεπε , άρπαξε χούφτες και γέμισε τον κόρφο της. Όταν γύρισε στο σπίτι της , βρήκε τον πατέρα και την μητέρα της πίνουν το τσάι τους με τον πάστορα της ενορίας. Διακριτικά έφυγαν οι γονείς της και τους άφησαν μόνους. Τότε η κοπέλα με τα θλιμμένα μάτια , θέλοντας να περιποιηθεί τον πάστορα , τον ρώτησε:
– Θα πάρετε ένα ή δύο κύβους ζάχαρη με το τσάι σας πάστορα;
Αναστέναξε ο πάστορας…
– Κύβους ζάχαρη;;; Πού να βρεθούν;
Η κοπέλα χαμογέλασε , έβαλε το χέρι της στο κόρφο της , έβγαλε δύο κύβους και τους έριξε μέσα στο τσάι του πάστορα.
Έπειτα τον ρώτησε χαμογελώντας:
– Να σας βάλω και λίγο γάλα;
Κατατρόμαξε ο πάστορας και ανακάθισε στην καρέκλα του:
– ΟΧΙ.ΠΡΟΣ ΘΕΟΥ ΟΧΙ!!!